Τι είναι η Δημόσια Υγεία;

Η Δημόσια Υγεία ορίζεται ως «η τέχνη και η επιστήμη της πρόληψης της νόσου, της επιμήκυνσης της ζωής, της προαγωγής της υγείας μέσω οργανωμένων δράσεων της κοινωνίας» (Acheson, 1988; ΠΟΥ).

Η Δημόσια Υγεία επικεντρώνεται σε ολόκληρο το φάσμα της υγείας και της ευημερίας, και όχι μόνο στην πρόληψη συγκεκριμένων ασθενειών. Η πρακτική της Δημόσιας Υγείας είναι απαραίτητη για όλες τις πτυχές της υγείας και της ευημερίας και διαδραματίζει κρίσιμο ρόλο στην τροποποίηση των ευρύτερων προσδιοριστικών παραγόντων της υγείας για τη μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων στην υγεία. Τα ιστορικά επιτεύγματα της Δημόσιας Υγείας οδήγησαν σε τεράστια πρόοδο στον έλεγχο και στην εξάλειψη πολλών θανατηφόρων μολυσματικών ασθενειών, στη μείωση διατροφικών ελλειμμάτων, στην παροχή καθαρών υδάτινων πόρων και σε σημαντικές βελτιώσεις στην υγιεινή, καθώς και στην επιμήκυνση της ζωής και στη βελτίωση της υγείας και της ευημερίας μέσω της μείωσης του φορτίου των χρόνιων νοσημάτων στο πληθυσμό.

Το συνολικό όραμα είναι η προαγωγή της υγείας και της ευημερίας των ατόμων και των κοινοτήτων με βιώσιμο τρόπο, ενισχύοντας παράλληλα την ολοκληρωμένη ενσωμάτωση των υπηρεσιών Δημόσιας Υγείας στα συστήματα υγείας, στοχεύοντας στη μείωση των ανισοτήτων. Για την επίτευξη του οράματος αυτού, είναι απαραίτητο οι επαγγελματίες της Δημόσιας Υγείας να συνεργάζονται με άλλους τομείς σε μια διεπιστημονική προσέγγιση των ζητημάτων.

Η Δημόσια Υγεία είναι, εξ ορισμού, διεπιστημονική και απαιτεί τις "οργανωμένες δράσεις της κοινωνίας". Μερικά από τα απαραίτητα συστατικά επιτυχημένων δράσεων Δημόσιας Υγείας είναι:

  • Η σύμπνοια του κρατικού μηχανισμού (“whole-of-government”) και η συνεργασία σε επίπεδο κοινωνίας (“whole-of-society”), για την επίτευξη διατομεακών συνεργιών, καθοδηγούμενη από κοινές αξίες και κοινούς στόχους
  • Η αφοσίωση στις αρχές της στρατηγικής του ΠΟΥ "Υγεία για όλους" (“Health for All”), δηλαδή η αναγνώριση των συνεχιζόμενων ανισοτήτων στην υγεία, και "Υγεία ΣΕ όλες και ΓΙΑ όλες τις Πολιτικές" (“Health IN all and FOR all Policies”), δηλαδή, η αναγνώριση της στενής διασύνδεσης της Υγείας με τις ευρύτερες πολιτικές του κράτους, αλλά και την αναβάθμιση της Υγείας ως το μέσο με τα οποί επιτυγχάνονται άλλοι στόχοι.
  • Οι ισχυροί δεσμοί μεταξύ της Επιδημιολογικής και άλλης έρευνας στη Δημόσια Υγεία με τη διαδικασία χάραξης πολιτικής στο πλαίσιο του σχεδιασμού, υλοποίησης και αξιολόγησης τεκμηριωμένης πολιτικής και πρακτικής για τη Δημόσια Υγεία, και
  • Η αποτελεσματική επικοινωνία με την ευρύτερη κοινωνία μέσω της υιοθέτησης συμμετοχικών προσεγγίσεων για την ουσιαστική αλληλεπίδραση με την κοινότητα και την ενεργή συμμετοχή των πολιτών

Η Δημόσια Υγεία επιτυγχάνει αυτό το μνημειώδες έργο, κυρίως επικεντρώνοντας στους παρακάτω 5 τομείς.

Η Προστασία της Υγείας είναι ένας από τους βασικούς τομείς δραστηριότητας της Δημόσιας Υγείας. Ορίζεται ως η προστασία ατόμων, ομάδων, κοινοτήτων και πληθυσμών μέσω της αποτελεσματικής διατομεακής συνεργασίας φορέων για νομοθετικές ή άλλες ρυθμίσεις, έκδοση κατευθυντήριων οδηγιών και συμβουλών ειδικών για την προστασία της υγείας, όπως για παράδειγμα, για την πρόληψη και τη μείωση των επιπτώσεων μολυσματικών ασθενειών, καθώς και τον έλεγχο περιβαλλοντικών, χημικών και ακτινολογικών απειλών για την υγεία των ατόμων. Συγκεκριμένες υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας σε αυτό τον τομέα περιλαμβάνουν την πρόληψη και έλεγχο λοιμωδών νοσημάτων, την αξιολόγηση κινδύνων σε επαγγελματικά πλαίσια , την αξιολόγηση της ασφάλειας των τροφίμων και την προστασία από περιβαλλοντικές απειλές, όπως για παράδειγμα, φυσικές καταστροφές και ακτινοβολία. Στα επόμενα χρόνια, με την κλιματική κρίση να γίνεται όλο και πιο έντονη και συνάμα να εμφανίζονται νέες επιδημίες, η προστασία της υγείας αναμένεται να διαδραματίσει όλο και πιο σημαντικό ρόλο.

Η Προαγωγή της Υγείας είναι ένα άλλος βασικός τομέας της Δημόσιας Υγείας, που υπερβαίνει την προστασία της υγείας του πληθυσμού από απειλές και κινδύνους, στοχεύοντας στη συνεχή βελτίωση της υγείας και της ευημερίας των ατόμων σε κοινοτικό, εθνικό και διεθνές επίπεδο. Αυτός ο στόχος επιτυγχάνεται κυρίως μέσω της εκπαίδευσης και της ενδυνάμωσης των ατόμων να υιοθετήσουν πιο υγιή τρόπο ζωής, σε συνδυασμό με την αντιμετώπιση των κοινωνικών προσδιοριστικών παραγόντων της υγείας, όπως η φτώχεια, το κοινωνικο-οικονομικό μειονέκτημα, η έλλειψη εκπαιδευτικών και άλλων ευκαιριών και πόρων, οι κακές συνθήκες διαβίωσης και η υλική στέρηση. Η Προαγωγή της Υγείας διαδραματίζει ζωτικό ρόλο στη μείωση της επιβάρυνσης από χρόνιες μη μεταδοτικές ασθένειες. Στα επόμενα χρόνια, λόγω του μείζονος ζητήματος της γήρανσης του πληθυσμού, ιδιαίτερα στις χώρες υψηλού εισοδήματος, τα χρόνια νοσήματα αναμένεται να έχουν τεράστιο αντίκτυπο στην παγκόσμια υγεία, επομένως η προαγωγή της υγείας θα είναι ζωτικής σημασίας για τη διαχείρισή τους.

Η πρόληψη αποτελεί βασική εστίαση και δραστηριότητα της Δημόσιας Υγείας. Αναφέρεται σε οργανωμένες προσπάθειες και συγκεκριμένες παρεμβάσεις από τις αρχές Δημόσιας Υγείας και τους εμπλεκόμενους φορείς, που στοχεύουν στη μείωση της εμφάνισης, της επιβάρυνσης ή/και της σοβαρότητα της ασθένειας ή/και την έκθεση σε παράγοντες κινδύνου. Η πρόληψη μπορεί να εφαρμοστεί σε επίπεδο ατόμων και κοινοτήτων ή/και σε επίπεδο πληθυσμού. Οι δράσεις μπορούν να στοχεύουν σε άτομα υψηλού κινδύνου (π.χ. φαρμακευτική αγωγή για την υπέρταση) ή σε ολόκληρους πληθυσμούς (π.χ. ζώνη ασφαλείας αυτοκινήτου, απαγόρευση καπνίσματος, φόροι στα ζαχαρούχα ποτά). Η πρόληψη λειτουργεί σε διάφορα επίπεδα:  

  • Πρωταρχική: στοχεύει στην πρόληψη εμφάνισης παραγόντων κινδύνου αντιμετωπίζοντας ευρύτερους κοινωνικούς, οικονομικούς, πολιτιστικούς και περιβαλλοντικούς προσδιοριστικούς παράγοντες της υγείας, όπως μέτρα υγιεινής και ασφάλειας στην εργασία, βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης, αντιμετώπιση του κοινωνικο-οικονομικού μειονεκτήματος και μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων, συμπεριλαμβανομένης της ισότιμης πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας και υγειονομικής περίθαλψης. αλλά χωρίς να περιορίζεται σε αυτή.
  • Πρωτογενής: στοχεύει στην πρόληψη της εμφάνισης της νόσου ή αποφυγή του τραυματισμού ή/και στη μείωση ή στην εξάλειψη της έκθεσης σε παράγοντες κινδύνου, όπως, για παράδειγμα, ο εμβολιασμός κατά μολυσματικών ασθενειών, τα συμπληρώματα διατροφής, η απαγόρευση του καπνίσματος ή ο έλεγχος επικίνδυνων ουσιών.  
  • Δευτερογενής: αφορά στην έγκαιρη ανίχνευση σημείων και συμπτωμάτων της νόσου με στόχο την αναστολή ή επιβράδυνση της εξέλιξη της, την λήψη έγκαιρων μέτρων και παρεμβάσεων και τη βελτίωση των εκβάσεων, όπως, για παράδειγμα, τα ανιχνευτικά προγράμματα για τον καρκίνο ή τα διάφορα προγράμματα ανιχνευτικών ελέγχων σε σχολικό περιβάλλον και στην κοινότητα, και
  • Τριτογενής: στοχεύει στη μείωση της επιβάρυνσης, της σοβαρότητας και των συνεπειών της νόσου αφού αυτή εμφανιστεί, με σκοπό τη βελτίωση της ποιότητας ζωής, την πρόληψη της αναπηρίας ή/και τη μείωση της θνητότητας, όπως, για παράδειγμα, προγράμματα διαχείρισης χρόνιων ασθενειών και αποκατάστασης.

Οι υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας επικαλύπτονται με τους παραπάνω τομείς και στοχεύουν είτε στην προστασία της υγείας και την πρόληψη της νόσου (π.χ., προγράμματα εμβολιασμού) είτε στην προαγωγή της υγείας του πληθυσμού (π.χ., εκστρατείες ευαισθητοποίησης του κοινού και προγράμματα βελτίωσης της υγείας). Οι υπηρεσίες Δημόσιας Υγείας είναι ποικίλες και μπορεί επίσης να περιλαμβάνουν την καταγραφή και δημοσιοποίηση βασικών στατιστικών στοιχείων/ επιδημιολογικών δεδομένων, την αγωγή υγείας, τις υπηρεσίες φροντίδας της μητέρας και του παιδιού, τον έλεγχο της ασφάλειας των τροφίμων, την απολύμανση υδάτων, καθώς και προγράμματα δευτεροβάθμιας πρόληψης. Επιπλέον, η Δημόσια Υγεία μπορεί να παρέχει υπηρεσίες που σχετίζονται με την αντιμετώπιση εμποδίων στην πρόσβαση σε υπηρεσίες πρωτοβάθμιας φροντίδας υγείας και τη διασφάλιση ισότιμης κάλυψης για όλους, αντιμετωπίζοντας έτσι τις ανισότητες στον τομέα της υγείας. Δυστυχώς, αυτός ο τομέας συνήθως παραβλέπεται στην πλειονότητα των χωρών σε όλο τον κόσμο, όπου συνήθως θεωρείται ότι παρέχοντας καθολική υγειονομική κάλυψη, οι άνθρωποι έχουν αδιάλειπτη και ισότιμη πρόσβαση στην πρωτοβάθμια φροντίδα υγείας.

Ο όρος “ανισότητες στην υγεία” αναφέρεται σε συστηματικές διαφορές στην κατάσταση της υγείας μεταξύ διαφορετικών ομάδων του πληθυσμού, οι οποίες συνήθως οφείλονται σε κοινωνικοοικονομικές ανισότητες, σε άνισες ευκαιρίες στην εκπαίδευση και στην άνιση κατανομή πόρων, οι οποίες δημιουργούνται και συντηρούνται από τα δομικά χαρακτηριστικά των σύγχρονων κοινωνιών. Οι ανισότητες στην υγεία προκύπτουν επομένως από τις κοινωνικές συνθήκες και περιστάσεις στις οποίες οι άνθρωποι γεννιούνται, μεγαλώνουν, ζουν, εργάζονται και γερνούν. Αυτοί οι ευρύτεροι καθοριστικοί παράγοντες, γνωστοί ως Κοινωνικοί Προσδιοριστές της Υγείας (Social Determinants of Health), αποτελούν την κύρια εστίαση των δράσεων για τη μείωση των ανισοτήτων στην υγεία, οι οποίες έχουν σημαντικό κοινωνικό και οικονομικό κόστος, τόσο για τα άτομα όσο και για τις κοινωνίες. Αποτελεί θετική εξέλιξη ότι η παγκόσμια πρόκληση των εμμενουσών ανισοτήτων στην υγεία έχει λάβει την ενδεδειγμένη προσοχή τις τελευταίες δεκαετίες, τουλάχιστον στο μεγαλύτερο μέρος του ανεπτυγμένου κόσμου, και ως αποτέλεσμα, αναγνωρίζεται ως ξεχωριστός τομέας της πρακτικής της Δημόσιας Υγείας.

Greek